Το μοιραίο λάθος που οδήγησε στην εξάρθρωση της 17 Νοέμβρη και το 45άρι που δεν βρέθηκε ποτέ
Το μοιραίο λάθος που οδήγησε στην εξάρθρωση της 17 Νοέμβρη.. Στις 29 Ιουνίου 2002, δύο άνδρες βρίσκονταν στη διαδικασία τοποθέτησης εκρηκτικού μηχανισμού στα εκδοτήρια της Hellas Flying Dolphins. Οι αρχές που παρακολουθούσαν τις κινήσεις της τρομοκρατικής οργάνωσης γνώριζαν ότι τα μέλη της προτιμούσαν να χρησιμοποιούν συγκεκριμένους τύπους ωρολογιακών μηχανισμών για τις βόμβες τους – επιτραπέζια ξυπνητήρια των τύπων «Πέτερ» και «Βένους». Τα γερμανικά Πέτερ και τα ιταλικά Βένους, μεταλλικά και μηχανικά, ήταν σπάνια και δύσκολα να βρεθούν εκείνη την εποχή, καθώς είχαν αντικατασταθεί από φθηνότερα, πλαστικά μοντέλα.
Ο Σάββας Ξηρός, συνοδευόμενος από τον Δημήτρη Κουφοντίνα, είχε επάνω του έναν τέτοιο μηχανισμό εκείνη τη μοιραία νύχτα. Η ομάδα της 17Ν αναγκάστηκε να εγκαταλείψει τα παλιά μοντέλα και να χρησιμοποιήσει τα νέα, κινέζικης κατασκευής και πλαστικής επικάλυψης, που ήταν πιο προσιτή και λιγότερο διακριτή στην αγορά. Ωστόσο, η αλλαγή αυτή αποδείχθηκε καταστροφική.
Κατά τη μεταφορά της βόμβας στο λιμάνι της Πειραιάς, το πλαστικό ρολόι του μηχανισμού υπέστη παραμόρφωση από την πίεση της εκρηκτικής ύλης, προκαλώντας βραχυκύκλωμα. Το αποτέλεσμα ήταν μια πρόωρη έκρηξη, η οποία τραυμάτισε σοβαρά τον Σάββα Ξηρό και έφερε στο φως κρίσιμα στοιχεία για τη 17Ν, οδηγώντας τελικά στην εξάρθρωση της οργάνωσης.
Εκείνη την περίοδο, η Αντιτρομοκρατική είχε αρχίσει να σημειώνει πρόοδο στις έρευνες της για τη 17Ν, με τη στήριξη της Σκότλαντ Γιαρντ που είχε ενεργό ρόλο στην υπόθεση μετά τη δολοφονία του Στίβεν Σόντερ. Η Ελληνική Αστυνομία είχε πλέον πληροφορίες για τον «αόρατο» αρχηγό της οργάνωσης, Αλέξανδρο Γιωτόπουλο, καθώς και ενδείξεις για την εμπλοκή του Δημήτρη Κουφοντίνα και ένα-δύο ακόμη προσώπων. Παρά την πρόοδο, ωστόσο, για τα περισσότερα μέλη της ομάδας δεν υπάρχουν στοιχεία. Το όνομα «Ξηρός» ήταν τότε άγνωστο στις αρχές.
Αν και οι γιατροί έδιναν μάχη για να κρατήσουν τον Σάββα Ξηρό στη ζωή, οι αρχές δεν αμφισβητούσαν την ταυτότητά του ως μέλος της 17Ν. Αυτό οφειλόταν στο .38άρι περίστροφο που είχε μαζί του – ένα όπλο γνωστό στις αρχές, καθώς είχε κλαπεί από τον αστυφύλακα Χρήστο Μάτη, ο οποίος είχε δολοφονηθεί σε ληστεία της Εθνικής Τράπεζας στους Πετράλωνα το 1983 από μέλη της οργάνωσης. Το όπλο, που είχε χρησιμοποιηθεί σε έξι επιθέσεις της 17Ν και έφερε τον σειριακό αριθμό 100367, δύσχρηστο και παλιό. Η αστυνομία παραξενεύτηκε που ο Ξηρός είχε μαζί του, αλλά η ταυτοποίησή του κατέστησε σαφές ότι βρισκόταν μπροστά σε έναν βασικό εκτελεστή της οργάνωσης.
Ιωάννης Διώτης: Πέθανε ξαφνικά ο Εισαγγελέας της 17 Νοέμβρη
Από εκεί και έπειτα, οι πήραν ταχύτατη τροπή, καθώς οι αρχές ξεκίνησαν διαδοχικές συλλήψεις και εντόπισαν δύο από τα κεντρικά κρησφύγετα της 17Ν, λύνοντας επιτέλους το παζλ που τόσο καιρό παρέμενε άλυτο.
Ο Ξηρός κουβαλούσε επίσης μια αρμαθιά κλειδιά, από τα οποία αποκαλύφθηκαν αργότερα ότι άνοιξαν τις πόρτες των δύο σημαντικών γιάφκων της οργάνωσης, στην οδό Πάτμου στα Πατήσια και στο Δαμάρεως στο Παγκράτι. Η αστυνομία ανέμενε να βρει εκεί στοιχεία που θα ξεκαθάριζαν πλήρως την υπόθεση της 17Ν. Ωστόσο, τρία από τα βασικά αυτά παραμένουν, ακόμη και σήμερα, άγνωστο τι άνοιγαν.
Η κύρια αιτία ήταν πως ο επιχειρησιακός αρχηγός της οργάνωσης κατάφερε να παραμείνει ασύλληπτος για περισσότερους από δύο μήνες. Το χρονικό διάστημα από την έκρηξη μέχρι την απόφαση του Δημήτρη Κουφοντίνα να παραδοθεί παραμένει ένα από τα πιο αυθεντικά κεφάλαια για την Αντιτρομοκρατική Υπηρεσία. Αν και καταζητούμενος, ο Κουφοντίνας συνέχιζε να ξεγελάει από τα αστυνομικά μπλόκα, μένοντας για λίγο καιρό στην Αθήνα, όπου κατέστρεψε σημαντικά στοιχεία της δράσης της οργάνωσης και έκρυψε τρία από τα σύμβολά της: το διάσημο .45άρι, τη σφραγίδα της και την πρώτη γραφομηχανή που δεν έγραφε σωστά το γράμμα «Ρ».
Από τη στιγμή που συνελήφθη ο Ξηρός μέχρι την ανακάλυψη της γιάφκας στην Πλατεία Κολιάτσου μεσολάβησαν μόλις τέσσερις ημέρες. Το πρώτο μέλη του Κουφοντίνα ήταν να «καθαρίσει» τις δύο γιάφκες. Σύμφωνα με όσα περιγράφει στο βιβλίο του, τις πρώτες ώρες είχε ήδη καταστρέψει πλήθος αντικειμένων, όπως χειρόγραφα και σκληρούς δίσκους, ενώ στη γιάφκα της Δαμάρεως έβαλε όλα τα όπλα σε μια μπανιέρα γεμάτη με νερό και χλωρίνη, προσθέτοντας απορρυπαντικά για να εξαφανίσει αποτυπώματα και γενετικό υλικό. .
Όταν ο κλοιός άρχισε να στενεύει και οι δυνατότητές του να περιορίζονται, ο Κουφοντίνας εγκατέλειψε την Αθήνα και κρύφτηκε στο Αγκίστρι. Τελικά, αποφασίστηκε να παραδοθεί στις αρχές Σεπτέμβριο.
Όταν η αστυνομία μπήκε στις γιάφκες, βρήκε διάφορα αντικείμενα της οργάνωσης, όπως όπλα, εκρηκτικά, σημειώσεις, προκηρύξεις και τη χαρακτηριστική κόκκινη σημαία με το κίτρινο αστέρι. Επίσης, στην οδό Πάτμου ανακαλύφθηκαν οι αντιαρματικές ρουκέτες που είχαν κλαπεί το 1988 από το στρατόπεδο Συκουρίου Λάρισας. Ωστόσο, σημαντικά στοιχεία έλειπαν, κάτι που υπέδειξε πως ο Κουφοντίνας είχε προλάβει να φτάσει νωρίτερα και να απομακρύνει τα αντικείμενα.
Δύο πιθανά σενάρια κυριαρχούν: είτε ο Κουφοντίνας έκρυψε τα αντικείμενα σε ασφαλές σημείο που γνωρίζει μόνο ο ίδιος, είτε τα εμπιστεύτηκε σε κάποιο αξιόπιστο άτομο που δεν θα εγείρει υποψίες. Η Αντιτρομοκρατική έχει απορρίψει την πιθανότητα καταστροφής των αντικειμένων, καθώς αυτό αντικείμενο, όπως υποστηρίζουν, στην ιδιότητά του.
Όταν οι δικαστές ρώτησαν τον Κουφοντίνα για την τοποθεσία του ιστορικού .45αριού, απάντησε με ένα παραδοσιακό κλέφτικο τραγούδι… («Του Ραμαντάνη, τ’ άρματα, δεν πρέπει να πουλιούνται. Μόνο στα δικαστήρια τούς πρέπει να κρεμιούνται. Να τα τηράν οι δικαστές να βγάζουν αποφάσεις»).
Στο βιβλίο του, περιγράφοντας τις πρώτες στιγμές των ανακριτών του στο κτίριο της ΓΑΔΑ, αναφέρει ότι το περίφημο 45άρι ήταν κάτι σαν εμμονή για την ΕΛ.ΑΣ., υπονοώντας ξεκάθαρα πως το έχει κρύψει ο ίδιος. «Τους απάντησα ότι δεν παραδίδουμε τέτοια όπλα. Να μην τα πιάσουν στα χέρια τους οι εχθροί μας. Να μην ατιμάσουν όπλα με ιστορία…»
Χορηγούμενο