Τα περιστατικά βίας μεταξύ εφήβων έχουν αυξηθεί με ανησυχητικούς ρυθμούς. Με πολλά από αυτά να καταγράφονται και να διαδίδονται μέσω των social media. Γεγονός που προκαλεί ανησυχία στους γονείς και ανασφάλεια στους νέους. Το ερώτημα που προκύπτει είναι γιατί οι αυτόπτες μάρτυρες επιλέγουν να μένουν αδρανείς και να μην βοηθούν τα θύματα.
Την Τρίτη, 24 Σεπτεμβρίου, ήρθαν στο φως δύο βίντεο που καταγράφουν βίαιες επιθέσεις μεταξύ ανηλίκων κοριτσιών. Στο πρώτο βίντεο, τρεις συνομήλικες ξυλοκοπούν μια 14χρονη στη Γλυφάδα. Ενώ γύρω τους παρακολουθούν πάνω από 20 άτομα χωρίς να παρέμβουν. Στο δεύτερο βίντεο, δύο μαθήτριες έξω από Γυμνάσιο στην Κρήτη εμπλέκονται σε καβγά, με άλλους συμμαθητές τους να γελούν και να καταγράφουν το περιστατικό με τα κινητά τους.
Η αδράνεια των παρευρισκομένων είναι σοκαριστική. Ενώ τα περιστατικά βίας είναι πλέον καθημερινό φαινόμενο στη χώρα μας, η αντίδραση των μαρτύρων δείχνει μια ανησυχητική τάση. Πολλοί απλώς παρακολουθούν, γελούν ή καταγράφουν τα γεγονότα για να τα αναρτήσουν στα κοινωνικά δίκτυα. Το ερώτημα είναι γιατί δεν παρεμβαίνει κανείς για να βοηθήσει το θύμα.
Μία πιθανή, αν και απλοϊκή, εξήγηση είναι ο φόβος από την αντίδραση των επιτιθέμενων. Ωστόσο, οι περισσότεροι από τους παρευρισκόμενους δείχνουν να παραμένουν αδρανείς χωρίς να ζητούν βοήθεια ή να ενημερώνουν κάποιον υπεύθυνο. Η διάδοση των social media και η επιθυμία των εφήβων να δημοσιοποιούν τέτοια περιστατικά μπορεί να ενισχύει αυτήν την παθητικότητα.
Η επιρροή των κοινωνικών δικτύων
Η ψυχολόγος Αλεξάνδρα Καππάτου, μιλώντας στο Newsbomb.gr, τόνισε ότι τα κοινωνικά δίκτυα παίζουν καθοριστικό ρόλο στη διαμόρφωση της συμπεριφοράς των εφήβων. «Εκτίθενται καθημερινά σε πολλές πληροφορίες σχετικά με βίαιες συγκρούσεις, γεγονός που τους ανησυχεί. Φαίνεται ότι τα social media χρησιμοποιούνται από τους εφήβους είτε ως θύτες είτε ως παρατηρητές. Με στόχο τη δημοσιοποίηση περιστατικών βίας για να κερδίσουν likes και αναγνώριση από τους συνομηλίκους».
Οι έρευνες δείχνουν ότι η συστηματική χρήση των social media μπορεί να ενθαρρύνει ορισμένους νέους. Ιδίως τους πιο ευάλωτους, να θαυμάσουν και να μιμηθούν βίαιες συμπεριφορές που παρακολουθούν. Σύμφωνα με την Καππάτου, τα κοινωνικά δίκτυα δεν είναι η μοναδική αιτία για την αύξηση της βίας, αλλά λειτουργούν ως ενισχυτικός παράγοντας, κυρίως για παιδιά που νιώθουν μοναξιά ή έχουν ψυχολογικά προβλήματα.
Κοινωνική πίεση και ανταγωνισμός
Η Καππάτου επισημαίνει ότι τα social media είναι επίσης ένας χώρος ανταγωνισμού για την αναγνωρισιμότητα. Οι έφηβοι συχνά προσπαθούν να δημιουργήσουν εντυπωσιακά στιγμιότυπα για να κερδίσουν likes και σχόλια, γεγονός που μπορεί να τους παρακινήσει να καταγράψουν περιστατικά βίας αντί να παρέμβουν. Η πίεση για κοινωνική αποδοχή μέσω των κοινωνικών δικτύων καθιστά τη βία ως κάτι αποδεκτό και επιθυμητό.
Η Καππάτου προσθέτει ότι η βία μεταξύ εφήβων δεν είναι μόνο ζήτημα ατομικής συμπεριφοράς, αλλά και αποτέλεσμα σοβαρών κοινωνικών και οικογενειακών αλλαγών. Είναι επιτακτική ανάγκη η κοινωνία να ενεργήσει και να συνεργαστεί για να αντιμετωπίσει αυτό το φαινόμενο. Οι γονείς και τα σχολεία πρέπει να ενημερώνουν τους εφήβους για τη σωστή χρήση της τεχνολογίας και να προωθούν σχέσεις υποστήριξης. Η οικογένεια έχει τη δυνατότητα να δημιουργήσει κίνητρα και να αναπτύξει ουσιαστική επικοινωνία με τα παιδιά.
«Δυστυχώς, δεν ζούμε σε έναν ιδανικό κόσμο. Οι έφηβοι συχνά νιώθουν μόνοι και αβοήθητοι, παρακολουθώντας αρνητικά γεγονότα γύρω τους. Μόνο στην οικογένεια μπορούν να βρουν τη δύναμη για αλλαγές», κατέληξε.
Χορηγούμενο