ΔΗΜΟΦΙΛΗ

Αλησμόνητα καλοκαίρια από τα παιδικά μας χρόνια που μας σημάδεψαν – Τότε που δεν υπήρχε ώρα και μετρούσαμε τα μπάνια

Χορηγούμενο

Αλησμόνητα καλοκαίρια από τα παιδικά μας χρόνια που μας σημάδεψαν… Τότε που δεν υπήρχε ώρα και μετρούσαμε τα μπάνια

Λένε πως η ενηλικίωση μετριέται με την ανάγκη για αναπόληση. Ίσως. Ίσως, όμως, να είναι απλώς η ψυχή που λαχταρά την αθώα, την ξένοιαστη (και ενίοτε επικίνδυνη) ομορφιά του χθες, αυτή που σήμερα λείπει. Και για όσους έχουν τη χαρά να γίνουν γονείς, η σύγκριση των δικών τους παιδικών χρόνων με εκείνους των παιδιών τους, είναι μια γλυκόπικρη υπενθύμιση του χαμένου παραδείσου.

Ο κόσμος τρέχει. Τα «μαραφέτια του διαβόλου» που τρομάζανε τις γιαγιάδες, είναι πια αναπόσπαστο κομμάτι της παιδικής καθημερινότητας. Ο χρόνος, αυτός ο αμείλικτος κυνηγός των ενηλίκων, έχει παρασύρει και τα παιδιά, που ακόμα και τα καλοκαίρια, την εποχή της απόλυτης ελευθερίας, ζουν με προγράμματα και ωράρια.

Κι είναι τόσο παράξενο, αν σκεφτεί κανείς ότι για εμάς, τα καλοκαίρια δεν υπήρχε χρόνος. Μόνο πρωί, μεσημεριανή ανάπαυση και βράδυ. Ούτε ώρα, ούτε ημερομηνία. Η μόνη φορά που μας ένοιαζε η μέρα, ήταν για το πανηγύρι που περιμέναμε με κομμένη την ανάσα.

Τα αλησμόνητα καλοκαίρια από τα παιδικά μας χρόνια που μας σημάδεψαν

Για να είμαστε ειλικρινείς, φταίμε κι εμείς, οι σημερινοί γονείς, για τον περιορισμό του αυθορμητισμού. Σε αντίθεση με τους δικούς μας, είμαστε υπερπροστατευτικοί, τηρούμε ευλαβικά κάθε κανόνα ασφαλείας και τρέμουμε στην ιδέα ενός ματωμένου γόνατου. Εμείς, που κάποτε ταξιδεύαμε στην καρότσα του αγροτικού, κάναμε ποδήλατο χωρίς φρένα (τώρα αδιανόητο χωρίς κράνος) και τα πόδια μας ήταν γεμάτα χτυπήματα και μελανιές. Όταν ματώναμε, βάζαμε λίγο σάλιο και η πληγή «έκλεινε».

Advertisement

Ναι, τρομακτικό, το παραδέχομαι. Τώρα καταλαβαίνω τη γιαγιά μου που έλεγε «σε φυλάει άγιος». Αλλά αυτές τις στιγμές, που πια είναι γλυκές αναμνήσεις, δεν τις αλλάζω με τίποτα. Νιώθω τυχερή που μεγάλωσα τη δεκαετία του ’80, σε χωριό – το Κρυονέρι Κορινθίας, για την ακρίβεια. Και όσοι το έζησαν έτσι, είμαστε σίγουροι ότι συμφωνούν. Γιατί, αν δεν έχεις πιει νερό από το λάστιχο και δεν έχεις πάει για μπάνιο στην καρότσα του αγροτικού με όλα τα παιδιά της γειτονιάς, τότε, συγγνώμη, αλλά δεν ανήκεις στην “παρέα”.

Τα αλησμόνητα καλοκαίρια από τα παιδικά μας χρόνια

Το Χρονόμετρο της Απόλαυσης: Παγωτά και Μπάνια

Μετράγαμε παγωτά και μπάνια σαν να ήταν… μετάλλια. Το μέτρημα των παγωτών ξεκινούσε συνήθως από την Κυριακή του Πάσχα. Τρώγαμε ακόμα και δύο την ημέρα. Τρινιτά, Σικάγο, Καραμπόλα (για το δώρο), Τόγκο – αναμνήσεις γεύσης. Ο πύραυλος, αλήθεια, ήταν λίγο δύσκολος… Έλιωνε γρήγορα και γινόμασταν χάλια. Τα κυπελάκια ήταν η σωτήρια λύση. Και φυσικά, η κλεψιά στο μέτρημα πήγαινε σύννεφο, φτάνοντας και τα 200 παγωτά ο καθένας!

Κάτι ανάλογο συνέβαινε και με τα μπάνια. Ως παιδί χωριού, δεν πηγαίναμε καθημερινά. Οι Κυριακές ήταν ιεροτελεστία για τη θάλασσα, ενώ τις καθημερινές, αν οι γονείς δεν είχαν δουλειές, κανονίζαμε όλη η γειτονιά. Όποιος γονιός μπορούσε, φόρτωνε τα παιδιά στην καρότσα του αγροτικού και βουρ για μπάνιο στη θάλασσα. Τώρα, που το σκέφτομαι, ίσως να ήταν λίγο… επικίνδυνο, αλλά τότε ήταν η απόλυτη ευτυχία.

Ωράριο; Τι είναι αυτό;

Ξυπνούσαμε αργά, γύρω στις 10. Ένα γάλα (κατσικίσιο το καλοκαίρι, που σιχαινόμουν τη μυρωδιά του και πότιζα τις γλάστρες), και μετά έξω για παιχνίδι. Λόγω του καυτού ήλιου, συχνά βρίσκαμε καταφύγιο σε σπίτια, αποθήκες ή υπόστεγα, παίζοντας χαλαρά ή λέγοντας τα «μυστικά» μας.

Το μεσημέρι, μετά το φαγητό, ήταν η ώρα της ανάπαυσης. Ο ύπνος ποτέ δεν μου άρεσε, αλλά η εντολή των γονιών, που είχαν επιστρέψει από τα χωράφια, ήταν σαφής: «δεν θα βγάλεις κιχ». Έτσι, καθόμουν στο μπαλκόνι, διάβαζα το περιοδικό «ΚΑΙ» της αδελφής μου, λίγο «Μανίνα» ή άκουγα Άννα Βίσση και Αλέξια από το walkman που είχε φέρει ο θείος μου από τον Καναδά.

Το απόγευμα, η κατάσταση γινόταν «ημι-άγρια». Αγόρια και κορίτσια παίζαμε μαζί. Ποδόσφαιρο στα χωράφια με τις ξερές καλαμιές που μας γέμιζαν γρατζουνιές. Ποδήλατο (με κουτάκι στην ρόδα για να κάνει θόρυβο σαν αγωνιστικό), σχοινάκι, λάστιχο, κουτσό, κρυφτό, χαμένος θησαυρός, κυνηγητό, αλλά και παιχνίδια δικής μας έμπνευσης. Το παιχνίδι κρατούσε μέχρι αργά το βράδυ.

Περιπέτειες και Άτακτες Αναμνήσεις

Και οι αναμνήσεις, φυσικά, δεν σταματούν εδώ:

Καρπούζι: Φτύναμε τα κουκούτσια με διαγωνισμό, ποιος θα το ρίξει πιο μακριά.

Αναρρίχηση στα δέντρα: Αν δεν είχαμε κερασιές στο σπίτι, κανένα πρόβλημα. Κλέβαμε του γείτονα! Άλλοι τσίλιες, άλλοι μάζευαν κεράσια στην μπλούζα. Θυμάμαι τη μάνα μου να φωνάζει για τους λεκέδες, ειδικά από τα βύσσινα. «Δύσκολος λεκές», έλεγε, λέξεις ακαταλαβίστικες τότε.

Νερό από το λάστιχο: Σκέτη απόλαυση! Περιμέναμε να φύγει το ζεστό νερό από τον ήλιο και η πράσινη γλίτσα, και μετά πίναμε όλοι στη σειρά.

Advertisement

Αξέχαστες γεύσεις και καλοκαιρινές περιπέτειες

Χτυπητό αυγό: Κρόκος αυγού χτυπημένος με μπόλικη ζάχαρη και κακάο, μια αφράτη κρέμα που τώρα ούτε να τη σκεφτούμε δεν μπορούμε.

Ψωμί με ζάχαρη και κακάο: Μια φέτα ζυμωτό ψωμί, βρεγμένη με νερό, και από πάνω ζάχαρη και κακάο. Ή σκέτο με ζάχαρη.

Τηγανόψωμα: Από το ζυμάρι που περίσσευε από το ψωμί της μαμάς.
Βάτραχοι στην βρύση του χωριού: Μια ανεξήγητη παιδική ασχολία.
Τσακωμοί με τα παιδιά του άλλου μαχαλά: Υπήρχαν ακόμα και «βεντέτες»!
Τηλεφωνικές πλάκες: Ειδικά εμείς τα κορίτσια, στα αγόρια που μας άρεσαν.
Στην καρότσα για το κτήμα: Μια από τις χειρότερες αναμνήσεις μου, αλήθεια.
Πανηγύρι: Γουρουνοπούλα, χορός, παιχνίδια, και φυσικά, τα καλά μας ρούχα.
Υποβρύχιο (Βανίλια): Ένα μεγάλο κουτάλι σε κρύο νερό.
Σπιτική βυσσινάδα: Η γεύση του καλοκαιριού.

Ιστορίες τρόμου: Τα βράδια, μαζευόμασταν μάλιστα και λέγαμε τρομακτικές ιστορίες.
Προίκα: Πολλά κορίτσια κεντούσαν, φτιάχνοντας την προίκα τους. Άλλα μάθαιναν επίσης να μαγειρεύουν και να κάνουν δουλειές.

Στη θάλασσα, μικροί Ούνοι: Βουτιές από τα βραχάκια, ψάξιμο για αχινούς, πατητή.
Τα αγόρια, με στολές Παναθηναϊκού, Ολυμπιακού και ΑΕΚ, συχνά και με ρούχα των μεγαλύτερων αδελφών. Έβλεπες μάλιστα και κορίτσια με φανέλα Μαυρίδη! Τα κορίτσια, από την άλλη, δεν αποχωρίζονταν τα ξύλινα τσόκαρα και τα σανδάλια με τα πολύχρωμα κορδόνια που έφταναν μέχρι το γόνατο.

Και όλα αυτά, όταν φορούσαμε παπούτσια. Γιατί τις περισσότερες ώρες, τρέχαμε μάλιστα ξυπόλητοι.

Αυτές οι αναμνήσεις φέρνουν ένα χαμόγελο, έτσι δεν είναι;

Πηγή: greekteachers.gr


Χορηγούμενο

Χορηγούμενο

Advertisement

Συντακτική Ομάδα

Η συντακτική ομάδα του panictimes.gr απαρτίζεται από έμπειρους δημοσιογράφους και συντάκτες με πολυετή εμπειρία στον χώρο της ενημέρωσης. Διαβάστε πρώτοι αποκλειστικά ρεπορτάζ με έγκυρη, αξιόπιστη και άμεση ενημέρωση, καλύπτοντας ειδήσεις από την Ελλάδα και τον κόσμο.
Advertisement
Back to top button