Στους μοναχούς που επιλέγουν να αφιερώσουν τη ζωή τους στην πνευματική άσκηση, συνηθίζεται να αλλάζουν το όνομά τους. Αυτή η πρακτική έχει βαθύ συμβολισμό και εξυπηρετεί δύο βασικούς σκοπούς.
Πρώτον, η αλλαγή ονόματος σηματοδοτεί την πλήρη αποκοπή από την προηγούμενη ζωή. Και την αδιάλειπτη υπενθύμιση της ριζικής μεταμόρφωσης που έχει συντελεστεί. Δεύτερον, το νέο όνομα συνδέεται με έναν άγιο. Του οποίου η ζωή και το παράδειγμα χρησιμεύουν ως πρότυπο και πηγή έμπνευσης για τον μοναχό.
Επίσης η αλλαγή ονόματος λειτουργεί ως ένα διαρκές μνημόσυνο της πνευματικής αναγέννησης και των υποχρεώσεων που απορρέουν από αυτήν. Καθώς το όνομα είναι άρρηκτα συνδεδεμένο με την ταυτότητα, η αντικατάστασή του συμβάλλει στην απομάκρυνση από το παρελθόν. Και στην εδραίωση της νέας, πνευματικής υπόστασης.
Ωστόσο, η αλλαγή ονόματος αποκτά πραγματική αξία μόνο όταν συνοδεύεται από την ειλικρινή προσπάθεια του μοναχού να τηρήσει τις υποσχέσεις του. Και να ζήσει σύμφωνα με το παράδειγμα του αγίου. Η αδιαφορία προς τις πνευματικές υποχρεώσεις και η εμμονή στον “παλαιό άνθρωπο” οδηγούν στην αποδυνάμωση του συμβολισμού και στην πώρωση της συνείδησης.
Επιπλέον ο Άγιος Νεκτάριος τονίζει ότι η γνήσια προσφορά προς τον Θεό δεν έγκειται στην τυπική τέλεση θυσιών και προσευχών. Αλλά στην ταπεινή και συντετριμμένη καρδιά, στην αυταπάρνηση και στην υπακοή στις εντολές του Θεού.
Το νέο όνομα, λοιπόν, καλεί τον μοναχό να μιμηθεί τις αρετές του αγίου που φέρει. Να αγωνιστεί για την πνευματική τελειότητα. Και να προσφέρει στον Θεό μια καρδιά γεμάτη αγάπη και ταπείνωση.
Χορηγούμενο