Ο Ακάθιστος Ύμνος, ένα από τα πιο σημαντικά κείμενα της χριστιανικής υμνολογίας, ακούστηκε για πρώτη φορά στην Κωνσταντινούπολη τον 6ο αιώνα. Συγκεκριμένα γύρω στο 626 μ.Χ., κατά τη διάρκεια μιας κρίσιμης περιόδου πολιορκίας από τους Αβάρους και τους Πέρσες.
Επίσης η πολιορκία αυτή έθεσε σε σοβαρό κίνδυνο την ασφάλεια της πόλης, προκαλώντας έντονη ανησυχία στους κατοίκους. Μέσα στην απόγνωσή τους, οι πιστοί στράφηκαν στην Παναγία. Ζητώντας την προστασία και τη βοήθειά της.
Ωστόσο σύμφωνα με την παράδοση, οι εχθρικές δυνάμεις είχαν περικυκλώσει την Κωνσταντινούπολη και η κατάσταση φαινόταν απελπιστική. Σε αυτή τη δύσκολη στιγμή, οι Βυζαντινοί κατέφυγαν στην Παναγία, παρακαλώντας για την παρέμβασή της. Ακόμη, οι εκκλησιαστικοί ηγέτες και οι πιστοί συνέθεσαν έναν ύμνο για να εκφράσουν την ευγνωμοσύνη τους και να ζητήσουν την προστασία της Θεοτόκου.
Ο ύμνος αυτός αναφέρεται στη σωτηρία της Κωνσταντινούπολης από την επικείμενη καταστροφή και υμνεί την Παναγία για τη μεσιτεία και την προστασία που παρείχε στην πόλη. Κατά τη διάρκεια της ψαλμωδίας του ύμνου, οι πιστοί συνήθιζαν να στέκονται όρθιοι, ως ένδειξη σεβασμού προς την Παναγία. Από όπου και προήλθε η ονομασία «Ακάθιστος» (που σημαίνει «χωρίς να καθόμαστε»).
Επιπλέον η πρώτη ψαλμωδία του Ακαθίστου Ύμνου πραγματοποιήθηκε αμέσως μετά την απελευθέρωση της πόλης από τους εχθρούς. Επίσης ο ύμνος αναγνωρίστηκε ως μια πράξη ευχαριστίας και επιβεβαίωσης της πίστης των πιστών στην προστασία της Παναγίας. Έτσι από τότε, ο Ακάθιστος Ύμνος καθιερώθηκε ως ένα σημαντικό μέρος των εκκλησιαστικών εορτών. Ιδιαίτερα κατά τη διάρκεια της Μεγάλης Σαρακοστής και της Κυριακής των Βαΐων.
Χορηγούμενο