Την ώρα που οι Έλληνες βυθίζονται στη φτώχεια και τον κοινωνικό αποκλεισμό οι διαχειριστές των «κόκκινων» δανείων και τα funds φαίνεται να καταγράφουν χρυσές κερδοφορίες, με τους μεγαλύτερους από αυτούς να μετρούν τζίρους και κέρδη δεκάδων εκατομμυρίων ευρώ.
Ειδικότερα, οι εγχώριες Εταιρείες Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις (ΕΔΑΔΠ), στις οποίες έχουν καταλήξει μη εξυπηρετούμενα δάνεια από τις τράπεζες συνολικού ύψους 110 δισ. ευρώ, «φορτώθηκαν» μεν αυτό το μεγάλο βάρος, ωστόσο οι οικονομικές επιδόσεις τους αναδεικνύουν ότι η συγκεκριμένη αγορά είναι εξαιρετικά προσοδοφόρα.
Ετσι, οι τρεις ισχυρότερες από αυτές, δηλαδή η Intrum Hellas, η doValue Greece και η Cepal Hellas, εμφανίζουν, σύμφωνα με τις τελευταίες δημοσιευμένες οικονομικές καταστάσεις καθεμιάς, συνολικό κύκλο εργασιών ύψους 534 εκατ. ευρώ, με τα κέρδη προ φόρων να ανέρχονται στο… διόλου ευκαταφρόνητο ποσό των 179 εκατ. ευρώ. Θα πρέπει να σημειωθεί ότι στην πλειονότητα των περιπτώσεων τα προβληματικά δάνεια έχουν μεταβιβαστεί από τις εγχώριες τράπεζες σε εξειδικευμένα χρηματοπιστωτικά ιδρύματα του εξωτερικού, δηλαδή σε εταιρείες που ελέγχονται από funds και εδρεύουν συνήθως στην Ιρλανδία λόγω ευνοϊκού φορολογικού καθεστώτος. Ωστόσο, διαχειριστές αυτών των δανείων είναι οι ελληνικές Εταιρείες Διαχείρισης Απαιτήσεων από Δάνεια και Πιστώσεις, οι οποίες αδειοδοτούνται από την Τράπεζα της Ελλάδος. Υπενθυμίζεται ότι με τον νόμο 4354/2015 η διαχείριση των απαιτήσεων από μη εξυπηρετούμενα δάνεια που έχουν πωληθεί και μεταβιβαστεί από εγχώρια πιστωτικά ιδρύματα ανατέθηκε αποκλειστικά στις ΕΔΑΔΠ.
Η απόφαση του Αρείου Πάγου
Το όλο θέμα εσχάτως κυριαρχεί στην επικαιρότητα λόγω της πρόσφατης απόφασης του Αρείου Πάγου που έκρινε ότι οι διαχειριστές των funds που εδρεύουν στην Ελλάδα μπορούν να ενεργούν δικαστικές πράξεις, δηλαδή να γίνονται διάδικοι και να προβαίνουν σε πλειστηριασμούς με τη δική τους επωνυμία και όχι ως πληρεξούσιοι των funds. Κατά συνέπεια, η Ολομέλεια του ανώτατου δικαστηρίου, με την απόφασή της, η οποία, σημειωτέον, δημοσιεύτηκε στο πρωτοφανές για τα δεδομένα της ελληνικής Δικαιοσύνης διάστημα των 6 ημερών, έδωσε το πράσινο φως στα funds να πραγματοποιούν πλειστηριασμούς στο όνομά τους για ακίνητα τα οποία έχουν αποκτήσει μέσω των πακέτων των μη εξυπηρετούμενων δανείων.
Σε κάθε περίπτωση, οι αδειοδοτημένες από την Τράπεζα της Ελλάδος ΕΔΑΔΠ τα τελευταία χρόνια… αυξάνονται και πληθύνονται. Σύμφωνα με τα πλέον πρόσφατα στοιχεία της ΤτΕ, που απεικονίζουν την κατάσταση όπως είχε διαμορφωθεί τον Μάιο του 2022, οι ΕΔΑΔΠ που λειτουργούν στη χώρα μας φτάνουν αισίως τις 23. Είναι ενδεικτικό ότι η πρώτη που έλαβε άδεια στα τέλη του 2016 ήταν η Aktua Hellas (νυν Cepal Hellas) και ακολούθησαν η FPS της Eurobank (μετέπειτα doValue Greece), η Θεά Αρτεμις της Τράπεζας Αττικής, η Pillarstone κ.ά. Μέχρι προ τριετίας, δηλαδή τον Μάρτιο του 2018, ο αριθμός των αδειοδοτημένων εταιρειών διαχείρισης δανείων ήταν 12, ενώ τώρα έχει σχεδόν διπλασιαστεί. Τούτο δεν σημαίνει ότι διαθέτουν όλες σπουδαίες οικονομικές επιδόσεις, καθώς αυτό είναι ευθέως ανάλογο με το ύψος των μη εξυπηρετούμενων δανείων που έχει αναλάβει η καθεμία. Οι τρεις κορυφαίες πάντως, που οδηγούν και την κούρσα σε όλα τα επίπεδα, παρουσιάζουν αξιοζήλευτα οικονομικά αποτελέσματα.
Τι κάνουν οι «Big 3»
Η doValue Greece, σύμφωνα με τις τελευταίες δημοσιευμένες καταστάσεις που αφορούν τη χρήση 2021, είχε έσοδα ύψους 175 εκατ. ευρώ, παρουσιάζοντας αύξηση κατά 237% σε σχέση με τη χρήση 2020 (ήταν στα 73,8 εκατ. ευρώ) και ξεπερνώντας σημαντικά τις προσδοκίες της διοίκησής της. Η εταιρεία χαρακτηρίζει το 2021 «κρίσιμη χρονιά κατά την οποία η επίτευξη όλων των στρατηγικών της στόχων συντέλεσε στην πραγματοποίηση υψηλών επιδόσεων». Καίριο ρόλο σε αυτό έπαιξε και το γεγονός ότι αφενός η χρήση 2021 ενσωματώνει αποτελέσματα 12 μηνών έναντι 6 μηνών της χρήσης 2020 (13/5/2020-31/12/2020), αφετέρου όμως ότι συνοδεύτηκε από την υλοποίηση νέων συμβάσεων διαχείρισης μη εξυπηρετούμενων δανείων, αλλά και από τα αυξημένα έσοδα υφιστάμενων συμβάσεων. Τούτο, άλλωστε, αποτυπώνεται στα EBITDA που διαμορφώθηκαν σε 106,4 εκατ. ευρώ έναντι 34,3 εκατ. ευρώ της προηγούμενης χρήσης, στα κέρδη προ φόρων που ανήλθαν σε 70,88 εκατ. ευρώ έναντι 14,88 εκατ. ευρώ το 2020 και φυσικά στα καθαρά (μετά φόρων) κέρδη που έφτασαν στα 55,74 εκατ. ευρώ, έναντι 10,4 εκατ. ευρώ.
Με αυτές τις επιδόσεις η doValue Greece αναδεικνύεται στον πολυτιμότερο ίσως βραχίονα του μητρικού ιταλικού ομίλου, ο οποίος το 2022 είχε συνολικά έσοδα 558 εκατ. ευρώ και EBITDA 202 εκατ. ευρώ. Στα τέλη του 2021, η doValue Greece διαχειριζόταν λογαριασμούς για παραπάνω από 1 εκατομμύριο δανειολήπτες, που περιλαμβάνουν ιδιώτες, μικρομεσαίες επιχειρήσεις αλλά και μεγάλες εταιρείες, επιτυγχάνοντας αναδιαρθρώσεις δανείων ύψους 3,1 δισ. ευρώ.
Στη συνέχεια, τον Φεβρουάριο του 2022, ολοκληρώθηκε με επιτυχία η μετάπτωση του χαρτοφυλακίου Frontier στα συστήματά της, με το ύψος του υπό διαχείριση χαρτοφυλακίου να ανέρχεται σε 5,8 δισ. ευρώ. Τον Απρίλιο του 2022, η εταιρεία ανέλαβε και τη διαχείριση του 50% του χαρτοφυλακίου Neptune, ύψους 500 εκατ. ευρώ.
Δεν είναι τυχαίο, άλλωστε, ότι στις τελευταίες οικονομικές καταστάσεις του μητρικού ομίλου καταγράφεται ότι από τις αρχές του 2022 έχουν αναληφθεί νέα «πακέτα» ύψους 7,4 δισ. ευρώ, εκ των οποίων τα 3,9 δισ. στην Ελλάδα, τα 3 δισ. στην Ιταλία και μόλις 540 εκατ. ευρώ σε Ισπανία – Πορτογαλία. Σε επίπεδο GBV (Gross Book Value) ο ελληνικός βραχίονας αναδεικνύεται πρωταθλητής, αυξάνοντας το ποσοστό του επί του συνόλου του ομίλου στα τέλη του 2022 σε 31%, έναντι 21% που ήταν έναν χρόνο πριν. Το υψηλότερο ποσοστό εισπράξεων αποδίδεται στη σταδιακή ανάκαμψη των δικαστικών δραστηριοτήτων μετά την πανδημία, αλλά και στη «χαλάρωση των περιορισμών στις κατασχέσεις».
Η συμβολή της doValue Greece αποτυπώνεται και στην εξισορρόπηση των συνολικών εσόδων του ομίλου από υπηρεσίες το 2022, που είναι μειωμένα κατά 3,5% στα 510,2 εκατ. ευρώ κυρίως λόγω των αρνητικών επιδόσεων στην Ιβηρική (πτώση 29,8%) και της βραδύτερης δραστηριότητας στην Ιταλία (πτώση 1,1%), που αντισταθμίστηκαν, όμως, από τις ισχυρές επιδόσεις στην Ελλάδα (αύξηση 14,9%).
Η αρχαιότερη Cepal
Αντίστοιχες επίζηλες επιδόσεις εμφανίζει και η Cepal Hellas, η αρχαιότερη των ΕΔΑΔΠ, που ιδρύθηκε ως Aktua τον Νοέμβριο του 2016. Η πορεία της εταιρείας είναι εντυπωσιακή αν σκεφτεί κανείς ότι στη χρήση του 2019 ο κύκλος εργασιών της ανήλθε σε 22,3 εκατ. ευρώ, έναντι 17,3 εκατ. ευρώ το 2018 και το τελικό καθαρό αποτέλεσμα ήταν ζημίες ύψους 3,78 εκατ. ευρώ. Στη χρήση του 2020 -και ενώ τον Ιούλιο της ίδιας χρονιάς η Alpha Bank απέκτησε τον πλήρη και αποκλειστικό έλεγχο της εταιρείας-, ο κύκλος εργασιών αυξήθηκε στα 32,7 εκατ. ευρώ, αλλά το τελικό αποτέλεσμα ήταν και πάλι ζημιογόνο (3,4 εκατ. ευρώ). Το 2021, όμως, που αφορά τα τελευταία δημοσιευμένα στοιχεία, ο κύκλος εργασιών εκτοξεύθηκε στα 176,7 εκατ. ευρώ, τα προ φόρων κέρδη σε 56,6 εκατ. ευρώ και τα καθαρά (μετά από φόρους κέρδη) σε 43,6 εκατ. ευρώ, με τη θεαματική αυτή αύξηση να αποδίδεται στο νέο SLA (Service-Level Agreement) με την Alpha Bank. Παράλληλα, το σύνολο των ιδίων κεφαλαίων στις 31/12/2021 ανερχόταν σε 199,5 εκατ. ευρώ και τα ταμειακά διαθέσιμα σε 57,4 εκατ. ευρώ (συμπεριλαμβανομένων και των δεσμευμένων καταθέσεων).
Τον Μάρτιο του 2022, η Cepal Hellas υπέγραψε σύμβαση διαχείρισης απευθείας με τη Hoist Finance AB για την εξυπηρέτηση του χαρτοφυλακίου Orbit, ενώ τον Ιούνιο του 2022 υπέγραψε νέα σύμβαση με τη Hoist, με αναδρομική ισχύ από την 1η Ιανουαρίου 2022, αναφορικά με την τριετή παράταση για τη διαχείριση του χαρτοφυλακίου Mercury.
Πριν από λίγο καιρό, στις 24 Ιανουαρίου 2023, η Cepal ολοκλήρωσε επιτυχώς την πρώτη πώληση, στη δευτερογενή αγορά, χαρτοφυλακίου αξίας 30 εκατ. ευρώ, με απαιτήσεις από επιχειρηματικά δάνεια μεγάλων και μικρομεσαίων επιχειρήσεων (project Rebound), το οποίο αγοράστηκε από την Optima Bank.
Intrum, η ισχυρότερη
Η Intrum Hellas αποτελεί τη νεότερη, αλλά και την ισχυρότερη από τις «Big 3», καθώς ξεκίνησε τη δραστηριότητά της τον Σεπτέμβριο του 2019 ως η φυσική συνέχεια του τμήματος RBU της Τράπεζας Πειραιώς.
Ετσι, κατά τη χρήση 2020 ο κύκλος εργασιών της ανήλθε σε 165 εκατ. ευρώ με τα EBITDA στα 95,32 εκατ. ευρώ, τα κέρδη προ φόρων να διαμορφώνονται σε 70 εκατ. ευρώ και τα καθαρά σε 53 εκατ. ευρώ. Σύμφωνα με τα τελευταία δημοσιευμένα στοιχεία για τη χρήση 2021, ο κύκλος εργασιών αυξήθηκε στα 182 εκατ. ευρώ, καθώς «υποστηρίζεται από ένα σταθερά καλό επίπεδο εισπράξεων που αποτελούν και τη βασική δραστηριότητα της εταιρείας», όπως σημειώνεται. Τα EBITDA επίσης αυξήθηκαν στα 110,27 εκατ. ευρώ, αλλά τα προ φόρων κέρδη παρουσίασαν μείωση στα 51,4 εκατ. ευρώ, όπως και τα καθαρά κέρδη που ανήλθαν σε 39,65 εκατ. ευρώ, ενώ τα ίδια κεφάλαια διαμορφώθηκαν σε 392 εκατ. ευρώ. Κατά τη διοίκηση, η κερδοφορία του 2021 επηρεάστηκε από το αυξημένο κόστος απόσβεσης λόγω της αλλαγής της μεθοδολογίας από τη σταθερή μέθοδο απόσβεσης στη μέθοδο φθίνουσας αξίας που αντικατοπτρίζει καλύτερα την οικονομική ζωή των συμβάσεων διαχείρισης δανείων. Οσο για τα ταμειακά διαθέσιμα και ισοδύναμα, αυτά εκτοξεύτηκαν από τα 57,32 εκατ. ευρώ το 2020 στα 230,99 εκατ. ευρώ το 2021, χρήση κατά την οποία δόθηκε μέρισμα 42 εκατ. ευρώ.
Σε κάθε περίπτωση, η Intrum Hellas αποτελεί και αυτή έναν από τους βασικότερους βραχίονες του σουηδικού μητρικού ομίλου, ο οποίος σημειωτέον είναι ο κορυφαίος πάροχος υπηρεσιών διαχείρισης απαιτήσεων στην Ευρώπη, με παρουσία σε 25 χώρες (24 ευρωπαϊκές αγορές συν τη Βραζιλία). Η Intrum Hellas, που ελέγχεται κατά 80% από την Intrum Spain και κατά 20% από την Τράπεζα Πειραιώς, διαχειριζόταν στα τέλη του 2021 χαρτοφυλάκιο δανείων συνολικού ύψους 25 δισ. ευρώ.
Χρυσοφόρα αγορά
Οπως δείχνουν τα στοιχεία, λοιπόν, αυτή η τεράστια αγορά των κόκκινων δανείων αποδεικνύεται χρυσοφόρα για τις εταιρείες διαχείρισης. Ετσι, τόσο οι τρεις κορυφαίες όσο και οι υπόλοιπες, αλλά και όσες προστεθούν στην πορεία έχουν μπροστά τους, ιδιαίτερα μετά τις τελευταίες εξελίξεις για τους πλειστηριασμούς, πεδίον δόξης λαμπρόν στην Ελλάδα, τόσο για τα παλιά δάνεια που περιλαμβάνονται στα χαρτοφυλάκιά τους, όσο και για τα επόμενα που βγαίνουν προς διεκδίκηση και τα οποία υπολογίζονται σε 9 δισ. ευρώ…
Χορηγούμενο