Κατά τη διάρκεια της Σαρακοστής, σε πολλά χωριά της Ελλάδας, συνηθιζόταν να βλέπει κανείς τις γυναίκες μεγαλύτερης ηλικίας να κρατούν στα χέρια τους ένα ιδιαίτερο κερί, το ψυχοκέρι. Το οποίο κατασκεύαζαν οι ίδιες πριν από το πρώτο Ψυχοσάββατο.
Το ψυχοκέρι φτιάχνεται με εφτά ή εννέα βαμβακερές κλωστές και καθαρό κερί μέλισσας. Εκτός από τα τρία Ψυχοσάββατα, το άναβαν σε όλες τις ακολουθίες της Μεγάλης Σαρακοστής. Όπως τους Χαιρετισμούς, τον Ακάθιστο Ύμνο, τον Μεγάλο Κανόνα, τις ακολουθίες της Μεγάλης Εβδομάδας. Μέχρι και τη Μεγάλη Παρασκευή, καθώς και κατά την περιφορά του Επιταφίου.
Δυστυχώς, στις μέρες μας, αυτό το έθιμο που αφορά τη μνήμη των νεκρών τείνει να εξαφανιστεί.
Η παρασκευή του ψυχοκεριού ήταν μια διαδικασία που γινόταν με ευλάβεια από τις μεγαλύτερες γυναίκες πριν από το πρώτο Ψυχοσάββατο.
Η διαδικασία περιλάμβανε τα εξής βήματα:
Τοποθετούσαν δύο καρέκλες σε απόσταση 5-6 μέτρων στην αυλή.
Μετά τέντωναν βαμβακερή κλωστή ανάμεσα στις καρέκλες, τόσες φορές όσες και οι ψυχές που μνημόνευαν.
Έπειτα στρίβανε τις κλωστές μεταξύ τους, σχηματίζοντας ένα παχύτερο νήμα.
Έλιωναν γνήσιο κερί μέλισσας σε ένα τηγάνι και με ένα ξυλάκι με διχάλα, περνούσαν το νήμα μέσα από το λιωμένο κερί.
Τύλιγαν το κερί όσο ήταν ακόμα ζεστό, για να μπορούν να το μεταφέρουν.
Κατά τη διάρκεια των Ψυχοσάββατων, κρατούσαν το κερί στα χέρια τους κατά τη διάρκεια της λειτουργίας και το ξετύλιγαν σιγά-σιγά, μέχρι να καεί όλο.
Χορηγούμενο