Νοσηλεύτρια από την Βρετανία κρίθηκε σήμερα ένοχη για χορήγηση φαρμάκων σε ασθενείς με εγκεφαλικό που δεν συμπαθούσε, προκειμένου να τους κρατά σε καταστολή και να μην την ενοχλούν.
Ειδικότερα, σύμφωνα με το BBC, η 54χρονη Κάθριν Χάντσον καταδικάστηκε για τη χορήγηση ναρκωτικών φαρμάκων χωρίς συνταγή γιατρού σε δύο ασθενείς στο νοσοκομείο Blackpool Victoria Hospital όπου εργαζόταν, το διάστημα μεταξύ Φεβρουαρίου 2017 και Νοεμβρίου 2018. Η γυναίκα απαλλάχτηκε από τις κατηγορίες για κακή μεταχείριση δύο ακόμη ασθενών.
Οι ένορκοι στο δικαστήριο Preston Crown Court καταδίκασαν επίσης τη Χάντσον ότι συνωμοτούσε με την 48χρονη συνάδελφο και φιλενάδα της Σάρλοτ Γουίλμοτ σχετικά με τη χορήγηση νάρκωσης σε έναν τρίτο ασθενή.
Η Χάντσον, που ήταν βοηθός νοσηλεύτρια στο ίδιο νοσοκομείο, ενθάρρυνε τη φίλη της να «κοιμίζει» τους «ταραξίες» ασθενείς, όπως αποδείχτηκε από τα σοκαριστικά μηνύματα που αντάλλασσαν μεταξύ τους, κάνοντας «πλάκα» για τον τρόπο που είχαν βρει για να κάνουν ευκολότερη τη ζωή τους.
Αμέσως μετά την ανακοίνωση της καταδικαστικής απόφασης η Χάντσον οδηγήθηκε στη φυλακή, ενώ στη Γουίλμοτ επετράπη να αφεθεί ελεύθερη με την καταβολή εγγύησης. Η ποινή και για τις δύο γυναίκες θα ανακοινωθεί τον Δεκέμβριο.
Τα μηνύματα που αντάλλαζε η Χάντσον με την Γουίλμοτ και με άλλες συναδέλφους της για το «κόλπο» της νάρκωσης προκαλούν ανατριχίλα.
Η 54χρονη είχε γράψει σε ένα από αυτά ότι «νάρκωσε» μια ασθενή «μέχρι το χείλος του θανάτου», προσθέτοντας ότι θα «κοιμάται για μια εβδομάδα» και κλείνοντας το μήνυμά τις με… γελάκια.
Σε ένα άλλο γραπτό μήνυμα, η Χάντσον έγραφε στη φίλη της ότι «θα “σκότωνε” τον ασθενή στο κρεβάτι 5». «Στείλε τον στα ουράνια» απαντούσε η Γουίλμοτ, με την νοσηλεύτρια να τη διαβεβαιώνει ότι θα του χορηγούσε διπλή δόση.
Σύμφωνα με τους εισαγγελείς, τα μηνύματα μεταξύ της Χάντσον και της Γουίλμοτ αποκαλύπτουν την «κουλτούρα κακοποίησης» που επικρατούσε στην μονάδα όπου εργάζονταν, με ασθενείς να ναρκώνονται «προκειμένου αυτές να διασκεδάζουν».
Οι δύο νοσηλεύτριες έβαζαν κυρίως στο στόχαστρο ασθενείς που αντιπαθούσαν ή που θεωρούσαν ότι έχουν αντιπαθητικούς συγγενείς.
Η Χάντσον χρησιμοποιούσε διάφορα φάρμακα για να θέτει σε καταστολούς τους ασθενείς, όπως το υπνωτικό Zopiclone για τη θεραπεία της αϋπνίας, που μπορεί να προκάλεσει ακόμα και τον θάνατο εάν χορηγηθεί με λάθος τρόπο. Στο δικαστήριο αποκαλύφθηκε ότι η πολιτική του νοσοκομείου στα σχετικά με την πρόσβαση στα φάρμακα ήταν αρκετά χαλαρή στη συγκεκριμένη μονάδα, και ότι μερικές φορές μέλη του προσωπικού μπορούσαν να παίρνουν τις ουσίες που ήθελαν χωρίς συνταγή γιατρού.
Κατά την έναρξη της δίκης τον περασμένο Σεπτέμβρη, ο εισαγγελέας Πίτερ Ράιτ είχε πει στο δικαστήριο ότι οι δύο κατηγορούμενες «δεν φέρονταν στους ασθενείς με συμπόνια, αλλά με περιφρόνηση». «Τους έβλεπαν όλους, ή ίσως μερικούς από αυτούς ως ενόχληση, ως μπελά».
Η έρευνα για τις δύο γυναίκες ξεκίνησε από μια καταγγελία που έκανε μια εκπαιδευόμενη νοσηλεύτρια για ανησυχητικά περιστατικά στη μονάδα νοσηλείας ασθενών με εγκεφαλικό επεισόδιο τον Νοέμβριο του 2018. Η νεαρή είπε στις Αρχές ότι, όταν είχε ρωτήσει την Χάντσον αν έπρεπε να χορηγεί το ναρκωτικό Zopiclone, εκείνη της απάντησε ότι η ασθενής υπέγραψε εντολή μη ανάνηψης σε περίπτωση θανάτου της, έτσι «δεν θα γινόταν νεκροψία αν πέθαινε ή… της συνέβαινε κάτι άλλο».
Όταν η αστυνομία του Λάνκασαϊρ εξέδωσε ένταλμα για να εξετάσει τα μηνύματα των δύο νοσηλευτριών που βρίσκονταν στο επίκεντρο της έρευνας, ανακάλυψε ότι μιλούσαν για τους ασθενείς και τις οικογένειές τους με τον πιο σκληρό και υποτιμητικό τρόπο.
Χορηγούμενο