Το πραγματικό μέγεθος μέγεθος της καταστροφής στη Θεσσαλία περιγράφει με ανάρτησή της στο f/b η Δανάη Κολτσίδα, διευθύντρια του Ινστιτούτου Νίκος Πουλαντζάς.
Εστιάζει στις επιπτώσεις που υπάρχουν στην αγροτική και κτηνοτροφική παραγωγή, σημειώνοντας πως τις επιπτώσεις της καταστροφής θα τις νοιώσουν πρώτα απ΄ όλους οι άνθρωποι της Θεσσαλίας που έχασαν τα πάντα, μαζί τους όμως και όλη η Ελλάδα: «Διατροφικές ελλείψεις, ακρίβεια, αύξηση των εισαγωγών (και άρα του ελλείμματος του εμπορικού ισοζυγίου) είναι οι πρώτες προφανείς συνέπειες. Και βλέπουμε».
Παράλληλα αναλύει τι σημαίνει το ύψος της καταστροφής, που πιθανότατα να φτάνει το 5% του ΑΕΠ, δηλαδή δέκα δισεκατομμύρια ευρώ!
«Κάποιοι ευθύνονται και πρέπει να λογοδοτήσουν για αυτό που έγινε. Και σίγουρα δεν μπορεί να είναι οι ίδιοι αυτοί που θα δώσουν την ανακούφιση, τη λύση και το σχέδιο για την επόμενη μέρα», αναφέρει χαρακτηριστικά.
Αναλυτικά η ανάρτησή της
«Λέμε συχνά -και σωστά- ότι η σωτηρία της ζωής είναι απόλυτη προτεραιότητα. Το μέγεθος των απωλειών σε ανθρώπους, αλλά και σε ζώα, θα το δούμε τις επόμενες μέρες και ευχόμαστε όλοι και όλες να είναι όσο γίνεται μικρότερο.
Όμως το μέγεθος της τραγωδίας αυτού που ζει η Θεσσαλία είναι τέτοιο που μπορεί να το καταλάβει κανείς και μόνο κοιτώντας την αγροτική και κτηνοτροφική παραγωγή:
– Τα (όψιμα) σταφύλια (6% της εθνική παραγωγής εντοπίζεται στη Θεσσαλία), η βιομηχανική ντομάτα (53% της εθνικής παραγωγής), το βαμβάκι (38%), αλλά και διάφορες οπωροφόρες καλλιέργειες (π.χ. ακτινίδια), βρίσκονταν λίγο πριν τη συγκομιδή. Έμειναν στα χωράφια και βούλιαξαν, μαζί με τους παραγωγούς τους.
– Σε πολλές περιοχές, το νερό πλημμύρισε εκτός από σπίτια και αποθήκες. Σιτηρά (περίπου 1/3 της εθνικής παραγωγής) και όσπρια, το νερό τα πήρε κυριολεκτικά μέσα από τα χέρια των ανθρώπων, τα ίδια χέρια που τα είχαν φυτέψει, καλλιεργήσει, φροντίσει, μαζέψει.
– Τις επόμενες εβδομάδες και πριν το χειμώνα ήταν ο καιρός της σποράς για μια σειρά καλλιέργειες. Με βάση την κατάσταση του εδάφους, συνεπώς, και η επόμενη σοδειά θα χαθεί. Μάλιστα, κινδυνεύουν να χαθούν και αρκετές επόμενες σοδειές, αφού οι επιστήμονες έχουν ήδη εξηγήσει ότι -ανάλογα με το πόσο σοβαρά έχει πληγεί κάθε περιοχή- θα χρειαστεί έως και 5 χρόνια για να επανέλθει στην προηγούμενη κατάσταση το έδαφος στον θεσσαλικό κάμπο και να είναι γόνιμο ξανά.
– Τα ζώα που πνίγηκαν, οι κτηνοτροφικές μονάδες και τα τυροκομεία που καταστράφηκαν παρήγαγαν το 19% του πρόβειου γάλακτος και το 14% του αιγείου, το 18% του βόειου κρέατος και το 20% του βόειου γάλακτος, το 10% του χοιρινού κρέατος, το 40% των μαλακών τυριών και το 25% των σκληρών τυριών της χώρας.
Το μέγεθος της καταστροφής στη Θεσσαλία λοιπόν είναι ασύλληπτο έτσι κι αλλιώς.
Τις επιπτώσεις της τις ζουν και θα τις ζήσουν πρώτα απ’ όλα οι άνθρωποι που έχασαν τα πάντα. Και μάλιστα όχι μόνο με οικονομικούς, αλλά και με ανθρώπινους όρους. Είναι δύσκολο να το εξηγήσει κανείς σε κάποιον που δεν γνωρίζει τον κάμπο, αλλά οι αγρότες και οι κτηνοτρόφοι -ακόμα και οι πιο μεγάλοι, πολύ περισσότερο οι μικροκαλλιεργητές- ζουν με τα δέντρα, με τα φυτά, με τα ζώα τους. Δουλεύουν τη γη και φροντίζουν τα ζώα με τα ίδια τους τα χέρια, πότε κάτω από τον ήλιο, πότε μέσα στο κρύο και στη βροχή. Και μόνο η θέα ενός πλημμυρισμένου χωραφιού, με τη σοδειά πάνω στα δέντρα ή στα φυτά, ή ενός πνιγμένου ζώου, ακόμα κι αν υποθέσουμε ότι η οικονομική τους αξία θα αποζημιωθεί, είναι διαλυτική.
Πολύ περισσότερο που οι αποζημιώσεις, συνήθως είναι πολύ κατώτερες της ζημιάς και καθυστερούν εντυπωσιακά: άνθρωποι που είχαν υποστεί ζημιές στον “Ιανό” κατήγγειλαν αυτές τις μέρες ότι δεν έχουν ακόμα λάβει τα χρήματα των τότε αποζημιώσεων.
Μαζί με τους κατοίκους της Θεσσαλίας, τις επιπτώσεις θα τις ζήσει και όλη η χώρα, όλες και όλοι εμείς που ζούμε στα αστικά κέντρα. Διατροφικές ελλείψεις, ακρίβεια, αύξηση των εισαγωγών (και άρα του ελλείμματος του εμπορικού ισοζυγίου) είναι οι πρώτες προφανείς συνέπειες. Και βλέπουμε.
Μιλάμε για μια καταστροφή που αντιστοιχεί -σύμφωνα με στοιχεία από τη Ναυτεμπορική- στο 5,5% του ΑΕΠ, δηλαδή πάνω από 10 δισεκατομμύρια ευρώ.
Και αυτά, χωρίς να αποτιμήσουμε ακόμα τις καταστροφές των υποδομών: από το οδικό δίκτυο και τα δίκτυα ηλεκτροδότησης, ύδρευσης, άρδευσης, αποχέτευσης, τηλεπικοινωνιών, μέχρι τα δημόσια και δημοτικά κτήρια, τα σχολεία και φυσικά τις επιχειρήσεις και τα σπίτια.
Να μην ξεχνάμε άλλωστε ότι πολλές από τις περιοχές που χτυπήθηκαν είναι τα φτωχότερα τμήματα της περιοχής. Χαρακτηριστικό παράδειγμα η πόλη της Λάρισας: οι περιφερειακές συνοικίες που βρίσκονται εκατέρωθεν της όχθης του Πηνειού είναι οι πιο λαϊκές γειτονιές, οι εργατικές κατοικίες στη Γιάννουλη, αλλά και ο καταυλισμός των Ρομά στη Νέα Σμύρνη (για τους οποίους φυσικά ουδείς δείχνει να ενδιαφέρεται). Η αποκατάσταση των σπιτιών και των επιχειρήσεων των ανθρώπων αυτών θα είναι ακόμα πιο δύσκολη κι αν δεν στηριχθούν επαρκώς, πολλοί και πολλές από αυτούς δεν θα μπορέσουν ποτέ να ορθοποδήσουν ξανά, βαθαίνοντας ακόμα περισσότερο τις κοινωνικές ανισότητες.
Ξέρω ότι μπορεί να φαίνεται νωρίς να μιλάμε γι’ αυτά. Ακόμα υπάρχουν άνθρωποι που δεν είναι ασφαλείς, ακόμα υπάρχουν χωριά ολόκληρα θαμμένα κάτω από το νερό, ακόμα δεν έχουμε πλήρη εικόνα των απωλειών, ακόμα άνθρωποι αγωνιούν για τους δικούς τους, ακόμα χτυπούν οι ειδοποιήσεις του 112 για επιφυλακή ή εκκενώσεις.
Όμως από την πρώτη μέρα ο πρωθυπουργός -κι ενώ οι άνθρωποι ήταν ακόμα στις στέγες των σπιτιών τους για να γλιτώσουν τον πνιγμό- έσπευσε να εξαγγείλει το μόνο που ξέρει (το μόνο που τον ενδιαφέρει) να κάνει: ανάθεση μεγάλων εργολαβιών.
Χωρίς να μπει στη βάσανο να απαντήσει τι απέγιναν οι αντίστοιχες εργολαβίες που ανέθεσε στην προηγούμενη καταστροφή η ίδια κυβέρνηση στην ίδια περιοχή.
Χωρίς να απαντήσει για το τι έκανε η κυβέρνησή του και οι φίλα προσκείμενοι αυτοδιοικητικοί της περιοχής, και κυρίως ο επί 13 χρόνια “γαλάζιος” περιφερειάρχης και πρώην πρόεδρος της Ένωσης Περιφερειών της ΝΔ.
Χωρίς να εξηγήσει, έστω, γιατί δεν έδρασαν εγκαίρως για την έκτακτη θωράκιση ή, τουλάχιστον, για την εκκένωση περιοχών, αφού είχαν ειδοποιηθεί από τους επιστήμονες.
Χωρίς να απολογηθεί για τη μη αναθεώρηση των σχεδίων διαχείρισης κινδύνου πλημμύρας, που αποτελούσε υποχρέωση της χώρας σύμφωνα με την ευρωπαϊκή νομοθεσία.
Χωρίς να εξηγήσει γιατί αξιοποίησε μόλις το 0,5% των διαθέσιμων κονδυλίων για πολιτική προστασία του Ταμείου Ανάκαμψης και Ανθεκτικότητας και αν πράγματι ανάμεσα στα έργα που απεντάσσονται από αυτό, λόγω κακού σχεδιασμού, είναι έργα αντιπλημμυρικής προστασίας.
Οπότε, από την άλλη πλευρά, ίσως τώρα ακριβώς να είναι η ώρα να μιλήσουμε για την επόμενη μέρα.
Και να πούμε ότι η Θεσσαλία δεν πρόκειται να σταθεί στα πόδια της -πολύ περισσότερο να ανασυγκροτηθεί με όρους βιώσιμους και ανθεκτικούς, για να μην ξαναζήσει το ίδιο σε λίγα χρόνια- με τη συνταγή Μητσοτάκη. Αυτή εξυπηρετεί μόνο τα συμφέροντα λίγων μεγάλων υμετέρων και τις ανάγκες της επικοινωνιακής στρατηγικής του κ. Γκρίνμπεργκ.
Να πούμε ότι οι συνήθεις αποζημιώσεις -απολύτως αναγκαίες για να σταθούν υποτυπωδώς οι άνθρωποι στα πόδια τους και να επιβιώσουν- δεν αρκούν. Οι επιπτώσεις της καταστροφής είναι τεράστιες, καθολικές και θα είναι μακροπρόθεσμες.
Η Θεσσαλία θα χρειαστεί ένα συνολικό σχέδιο ανασυγκρότησης. Ένα σχέδιο που δεν μπορεί να αφεθεί σε διαδικασίες ανάλογες με αυτή της Βόρειας Εύβοιας. Είναι κεντρικό πολιτικό, είναι εθνικό θέμα. Και θα πρέπει να γίνει με αντίστοιχους όρους. Με θεσμικό τρόπο, με τοπική διαβούλευση, με κινητοποίηση των μεγάλων φορέων της χώρας, των πανεπιστημίων, με διάλογο με τις πολιτικές δυνάμεις.
Η ανασυγκρότηση της Θεσσαλίας αφορά εκατομμύρια ανθρώπους, χιλιάδες στρέμματα γης και τεράστιο τμήμα της εθνικής οικονομίας. Δεν μπορούμε να το αφήσουμε και δεν θα το αφήσουμε στη συνήθη ΙΧ διαχείριση του στυλ Mitsotakis and friends – τη συνταγή της καταστροφής.
Κάποιοι ευθύνονται και πρέπει να λογοδοτήσουν για αυτό που έγινε. Και σίγουρα δεν μπορεί να είναι οι ίδιοι αυτοί που θα δώσουν την ανακούφιση, τη λύση και το σχέδιο για την επόμενη μέρα.
[Το infographic από τον Οικονομικό Ταχυδρόμο]».
Χορηγούμενο