Ένταση και επεισόδια έξω από το δικαστικό Μέγαρο Λάρισας όπου απολογείται ο σταθμάρχης. Έχουν γίνει τέσσερις προσαγωγές, τριών δημοσιογράφων και ενός εικονολήπτη – Μήνυση για προσβολή νεκρών υπέβαλε δικηγόρος οικογενειών
Ένταση επικράτησε πριν από λίγο στο Δικαστικό Μέγαρο Λάρισας όπου απολογείται ο σταθμάρχης για τη μοιραία σύγκρουση των δύο τρένων στα Τέμπη που κόστισε τη ζωή σε 57 άτομα.
Δικηγόρος οικογενειών θυμάτων και τραυματιών διαπληκτίστικε έξω από τις δικαστικές αίθουσες και απείλησε με μηνύσεις κατά δημοσιογράφων, οι οποίοι και μεταφέρθηκαν από την αστυνομία στο τμήμα μεταγωγών.
Η ένταση ξεκίνησε όταν ο δικηγόρος είπε ενώπιον δημοσιογράφων ότι έδωσε στοιχεία στην ανακρίτρια και του ζητήθηκε παράβολο, ενώ στη συνέχεια άρχισε να απειλεί με μηνύσεις.
Συνολικά έγιναν τέσσερις προσαγωγές, τριών δημοσιογράφων κι ενός εικονολήπτη, όπως μεταδίδει η ΕΡΤ. Ο δικηγόρος κ. Θεοδωρόπουλος αρχικά τους προσέγγισε για να τους διαμαρτυρηθεί για θέμα που αντιμετώπισε και στη συνέχεια για να αντιπαρατεθεί μαζί τους φωνάζοντας ότι θα υποβάλει μήνυση για προσβολή νεκρών.
Υπήρχαν δύο σταθμάρχες;
Για την τραγωδία στα Τέμπη μίλησε ο πρώην Διευθυντής Ασφαλείας και Κυκλοφορίας Αμαξοστοιχιών της ΤΡΑΙΝΟΣΕ και πρώην μέλος της Επιτροπής Ερευνών Χρήστος Ρετσινάς.
Όπως τόνισε ο κ. Ρετσινάς, «αποδεικνύεται είναι ότι η απογευματινή βάρδια ήταν με δύο σταθμάρχες, οι οποίοι δούλευαν από τις 14:00 μέχρι τις 23:00.» Επομένως, η επιτροπή θα πρέπει να «ψάξει να δει γιατί αυτοί δεν ήταν μέχρι τις 23:00 να περιμένουν να φύγει -αφού ο άλλος ήταν άπειρος- και το Intercity 62.»
«Αυτό είναι ένα μεγάλο ερώτημα. Και ένα μεγάλο ερώτημα είναι γιατί να μην είχαμε στην απογευματινή βάρδια τον εν λόγω σταθμάρχη που ήταν άπειρος και στη νυχτερινή να είχαμε τον έμπειρο;», επεσήμανε.
Σημειώνεται ότι ο δικηγόρος των οικογενειών θυμάτων, Αλέξης Κούγιας, δήλωσε το Σάββατο πως έλαβε μία πληροφορία ότι σε εκείνη τη βάρδια υπήρχε και δεύτερος σταθμάρχης. Ο οποίος, μάλιστα, έφυγε στις 22:00.
«Δεν υπήρχε περίπτωση να μην προλάβουμε λάθος σταθμάρχη εάν…»
Ο κ. Ρετσινάς εξέφρασε στην ΕΡΤ τη άποψη ότι αν εξακολουθούσε να υπάρχει το κέντρο δευτεροβάθμιου ελέγχου κυκλοφορίας των τρένων που λειτουργούσε μέχρι τα τέλη του 2020 στο κέντρο της Αθήνας, «δεν υπήρχε περίπτωση να μην προλάβουμε λάθος σταθμάρχη».
«Ο εν λόγω σταθμάρχης έχει δώσει στον ρυθμιστή κυκλοφορίας του ΟΣΕ – ο οποίος συμπληρώνει τον γραφικό πίνακα που συμπληρώνουν τα τρένα, τις διασταυρώσεις, τις καθυστερήσεις κλπ- ότι φεύγει από την άνοδο, ότι φεύγει κανονικά. Αυτό είναι σημειωμένο στην Καρόλου[…] Τώρα βγήκε ότι ο μηχανοδηγός του είπε είμαι στην κάθοδο, “είμαι καλά;” και δεν έπαιρνε απάντηση και κακώς συνέχιζε. Θα έπρεπε ακαριαία να είχε πεδήσει την αμαξοστοιχία και να είχε ειδοποιήσει. Και να φώναζε από τα ραδιοτηλέφωνα και το κατερχόμενο τρένο για να τον ακούσουν οι μηχανοδηγοί», τόνισε ο πρώην διευθυντής Ασφάλειας.
Μάλιστα, είπε χαρακτηριστικά ότι ο ίδιος αποφεύγει να μπαίνει σε τρένα από τα τέλη του 2020.
Επίσης, αναφερόμενος στο θέμα της ασφάλειας είπε πως η ΤΡΑΙΝΟΣΕ θεώρησε ότι το ζήτημα αυτό «είναι θέμα του ΟΣΕ αποκλειστικά και των συστημάτων. Και έβαλε ένα δικό της υποτίθεται σύστημα παρακολούθησης της κυκλοφορίας, όχι της ασφάλειας, το οποίο με GPS στις μηχανές δείχνει πού είναι το τρένο. Αυτό από πλευράς ασφάλειας είναι άχρηστο. Μου δείχνει ότι τώρα στη Θήβα μετακινείται η κουκίδα προς τη Λειβαδιά. Δεν μου δείχνει σε ποια γραμμή πάει το τρένο και αν έρχεται το άλλο κατερχόμενο και πρόκειται να συγκρουστούν. Γιατί αν το έδειχνε αυτό το σύστημα της ΤΡΑΙΝΟΣΕ θα έπρεπε να είχαν ειδοποιήσει τους μηχανοδηγούς να σταματήσουν τα τρένα».
Χορηγούμενο